Το Επάγγελμα του Πολιτικού Μηχανικού
Γενικότερα, το επάγγελμα του πολιτικού μηχανικού ασχολείται με οτιδήποτε διαφοροποιείται τεχνητά από το φυσικό περιβάλλον αλλά και με το ίδιο το περιβάλλον ως αντικείμενο μελέτης και διαχείρισης. Συνεπώς, οποιαδήποτε κατασκευή που διαφοροποιεί τις φυσικές συνθήκες ή προσπαθεί να τις ελέγξει, είναι αποτέλεσμα μελέτης, προγραμματισμού, κατασκευής και διαχείρισης που απορρέουν από την επιστήμη του πολιτικού μηχανικού. Σκοπός των παραπάνω είναι η ανάπτυξη και διαχείριση τεχνικών και κοινωνικών υποδομών που εξυπηρετούν την βελτίωση της ποιότητας της ζωής των μελών της κοινωνίας και την λειτουργία των δραστηριοτήτων τους.
Το επάγγελμα του μηχανικού είναι ένα από τα αρχαιότερα στον κόσμο. Ο πρώτος τεκμηριωμένος μηχανικός ήταν ο Ιμχοτέπ (2550 π.χ.) ο οποίος κατασκεύασε την διάσημη πυραμίδα του Φαραώ Ζοζέρ. Βέβαια, όλα τα μνημεία και τα τεχνικά έργα που σώζονται μέχρι και τις μέρες μας αποτελούν έργα μηχανικών που έζησαν στην εποχή της κατασκευής τους και οι όποιοι τα σχεδίασαν και τα κατασκεύασαν μελετώντας την μηχανική αντοχή της δομής και των υλικών που την αποτελούν αλλά και εφευρίσκοντας τις κατάλληλες κατασκευαστικές τεχνικές. Ο Όρος «πολιτικός μηχανικός» χρησιμοποιήθηκε μετά τους πολέμους του Ναπολέοντα για να διαχωρίσει τους πρώτους μηχανικούς που αποφοίτησαν από μη στρατιωτικά πανεπιστήμια αφού μέχρι εκείνη την εποχή υπήρχαν μόνο οι μηχανικοί από το σώμα του μηχανικού του στρατού οι όποιοι εν καιρό πολέμου κατασκεύαζαν και χρησιμοποιούσαν όργανα όπως καταπέλτες, κριούς, πύργους κτλ αλλά και σχεδίαζαν τις στρατοπεδεύσεις, ενώ εν καιρό ειρήνης σχεδίαζαν και κατασκεύαζαν τις οχυρώσεις, τους δρόμους, τις γέφυρες, τα υδραγωγεία, τα κανάλια, τους καθεδρικούς ναούς κτλ. Ο όρος «πολιτικός μηχανικός» προέρχεται από την μετάφραση του αγγλικού «civil engineer» που προέρχεται από το «civilization mechanics» που σημαίνει «μηχανικοί πολιτισμού».
Είναι λανθασμένη η κοινή εντύπωση ότι ο πολιτικός μηχανικός είναι εξειδικευμένος στην ανέγερση κτιρίων και δομικών έργων που προφανώς οφείλεται στο γεγονός ότι η επαφή του ιδιωτικού δυναμικού της χώρας με την επιστήμη του μηχανικού εξυπηρετεί κυρίως το παραπάνω αντικείμενο και για τον λόγο αυτόν ένα μεγάλο μέρος μηχανικών εξειδικεύεται και ασχολείται αποκλειστικά με αυτό. Παρόλα αυτά, ο πολιτικός μηχανικός διαθέτει τις γνώσεις και τις δεξιότητες για να ασχοληθεί με οποιοδήποτε αντικείμενο του ανατεθεί (και στο οποίο μακροχρόνια θα εξειδικευτεί) μέσα από ένα πολυδιάστατο και πολύπλοκο σύνολο εργασιών που τον αφορούν. Τέτοιες εργασίες είναι η μελέτη και η κατασκευή βιώσιμων τεχνικών συστημάτων όπως τα δομικά, συγκοινωνιακά, υδραυλικά και γεωτεχνικά έργα ή η προστασία του περιβάλλοντος καθώς και η περιβαλλοντική διαχείριση.
Ο παραπάνω όρος «βιώσιμο» δεν αναφέρετε μόνο στην αντοχή του έργου στο χρόνο και στις φυσικές συνθήκες (σεισμός, καιρικά φαινόμενα κτλ) αλλά και στην λειτουργία του η όποια θα πρέπει να επαρκεί για τον σκοπό κατασκευής τόσο λαμβάνοντας υπόψη τις σημερινές συνθήκες, όσο και τις εκτιμώμενες μελλοντικά. Ο μηχανικός καλείται να γνωρίζει και να είναι σε θέση να αποδεικνύει με τρόπο επιστημονικό τις ανάγκες της κοινωνίας και των μελών της σήμερα αλλά και σε βάθος χρόνου (το μέγεθος του οποίου εξαρτάτε από το κόστος και τη χρήση του έργου). Άρα ο μηχανικός έχει την υποχρέωση πριν ακόμα μελετήσει και κατασκευάσει ένα έργο, να αναλύσει τις συμπεριφορές των χρηστών του και τις δραστηριότητες που το αφορούν και να καταλήξει τεκμηριωμένα στην σκοπιμότητα του έργου και στις προδιαγραφές που θα ικανοποιεί προκειμένου να προχωρήσει στον τεχνικό σχεδιασμό και στην κατασκευή.
Τα τελευταία 150 χρόνια, η επιστήμη του πολιτικού μηχανικού έχει αποκτήσει ένα ευρύ φάσμα τεχνογνωσίας, τεχνολογίας και επιστημονικών υπολογιστικών μεθόδων που είναι ανθρωπίνος αδύνατον η ενασχόληση του μηχανικού με όλους τους τομείς που τον αφορούν. Αν και οι σπουδές είναι υψηλού επιπέδου, μακροχρόνιες (5 έτη για την απόκτηση του διπλώματος του πολιτικού μηχανικού) και περιλαμβάνουν μεγάλη υλη και αριθμό μαθημάτων, ο μηχανικός θα πρέπει να εξειδικευτεί στο αντικείμενο στο οποίο θα επιλέξει να δραστηριοποιηθεί. Η εξιδανίκευση είναι ουσιαστική και αποδεικνύεται μόνο με πολυετής αποδεδειγμένη ενασχόληση με το συγκεκριμένο αντικείμενο της επιλογής του (πχ 12 έτη αποδεδειγμένης επαγγελματικής εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, αποκλειστικά στην μελέτη συγκοινωνιακών ή υδραυλικών ή γεωτεχνικών ή στατικών ή αρχιτεκτονικών κ.α. έργων για την απόκτηση μελετητικού πτυχίου Γ’ τάξης στα συγκοινωνιακά έργα ή στα υδραυλικά ή στα γεωτεχνικά κτλ). Περά του τομέα στον οποίο ο μηχανικός θα θελήσει να εξειδικευτεί και να αποκτήσει τους κατάλληλους τίτλους που θα του επιτρέψουν να ‘υπογράψει’ και άρα να αναλάβει το έργο ή την μελέτη, θα πρέπει να επιλέξει και το αν θα ασχοληθεί αποκλειστικά με την κατασκευή ή με την μελέτη.
Βεβαία, όλα τα παραπάνω αφορούν τα δημόσια έργα όπου το υπό εξέταση αντικείμενο ή η κατασκευή είναι αρκετά μεγάλο σε μέγεθος και κόστος, αφορά ένα ευρύτερο φάσμα της κοινωνίας και αλληλοεπιδρά με τα υπόλοιπα έργα στην περιοχή της κατασκευής. Στον ιδιωτικό τομέα, λόγο της φύσεως των έργων που δικαιούται ένας ιδιώτης (πχ κατασκευή κατοικίας εντός του οικόπεδου του) τα πράγματα είναι πιο απλά και η εξειδίκευση πιο περιορισμένη. Παρόλα αυτά, η μελέτη και η κατασκευή ενός ιδιωτικού έργου απαιτεί γνώσεις και εμπειρίες σε όλους τους τομείς της επιστήμης του μηχανικού (στατικά, αρχιτεκτονικά, υδραυλικά, περιβάλλον χώρος, κίνηση και στάθμευση οχημάτων, βιοκλιματικός σχεδιασμός κτλ) που συχνά δεν αφήνουν περιθώρια και χρόνο στον μηχανικό να ασχοληθεί και να εξειδικευτεί στα δημόσια έργα. Έξαλλου, η δεοντολογία του επαγγέλματος του πολιτικού μηχανικού και οι ευθύνες τις οποίες φέρει, δεν του επιτρέπουν να ασχοληθεί λιγότερο ‘σοβαρά’ με την μελέτη ενός ιδιωτικού έργου.